latest releases, album reviews, artists bio, podcasts

Latest Articles

Showing posts with label ελληνικά. Show all posts

Τα καλύτερα του 2010

Το 2010 τελειώνει. Ό,τι κυκλοφόρησε κυκλοφόρησε, ό,τι ακούσαμε ακούσαμε, ...ό,τι έγινε έγινε.

Σε γενικές γραμμές ήταν μία μάλλον αρκετά καλή χρονιά για την δισκογραφία με την οποία ασχολείται το blog. Τα releases της χρονιάς ήταν πολλά, μεγάλο μέρος των οποίων ήταν υπογεγραμμένα από μεγάλα ονόματα της εναλλακτικής μουσικής.

Όπως κάθε χρόνο τέτοιες μέρες το blog θα παρουσιάσει τα 5 καλύτερα και τα 5 πιο απογοητευτικά albums της χρονιάς.

Καταρχήν, καλό είναι να ξεκαθαρίσουμε ότι σύμφωνα με την άποψή μας, οι όροι "καλό", "καλύτερο", "κακό", "χειρότερο" είναι τελείως αδόκιμοι όταν μιλάμε για κάτι τόσο υποκειμενικό όπως η μουσική. Διαφορετικά αυτιά αντιλαμβάνονται διαφορετικά τη μουσική και διαφορετικοί άνθρωποι με ποικίλα γούστα και προτιμήσεις διαμορφώνουν διαφορετικά την κατάταξη των προτιμήσεών τους. Οι λίστες, λοιπόν, που παραθέτουμε εδώ είναι τίποτα άλλο παρά "yet another opinion" για τα releases του 2010 όπως τα αντιλήφθηκαν τα δικά μας αυτιά και όπως ταιριάξανε στις δικές μας προτιμήσεις και standards.

Τα καλύτερα
1. Groove Armada - Black Light
Με την κορύφωση της διάδοσης της indie μουσικής, κάπου στα μέσα του 2009, η οποία έφερε τον πολλαπλασιασμό των releases, τα συγκροτήματα και οι καλλιτέχνες του είδους παρουσίασαν μία γενικότερη τάση "αποφυγής της επανάληψης", κυνηγιού του "διαφορετικού" και του "πρωτότυπου". Σε πολλές περιπτώσεις αυτή η προσπάθεια γέννησε αναπάντεχα δημιουργήματα όπως άκρως πειραματικά albums με τελείως διαφοροποιημένο ήχο από αυτό που μας είχαν μάθει οι ίδιοι οι δημιουργοί τους.
Οι Groove Armada με το Black Light μας κέρδισαν, και ψηφίζουμε τον δίσκο τους ως τον καλύτερο της χρονιάς 2010, ακριβώς γιατί ΔΕΝ κάνανε τίποτα απ' όλα αυτά.  Δεν χρειάστηκε να τα κάνουν.
Το Black Light είναι ένας δίσκος  οποίος φέρει απόλυτα την σφραγίδα και την ταυτότητα των δημιουργών του από την πρώτη ως την τελευταία νότα. Δεν είναι απολύτως τίποτα παραπάνω ή παρακάτω από αυτό που το νεοϋορκέζικο δίδυμο μας έχει δώσει όλα τα 15 χρόνια της ύπαρξής του. Το Black Light είναι άλλη μία καλή δόση ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ, μελωδικής μουσικής που αλλάζει 1000 πρόσωπα και ντύνεται με εκατομμύρια διαφορετικά κοστούμια, αποτέλεσμα της απίστευτης παραγωγής των 2 djs. Μία παραγωγή η οποία ναι μεν φέρει πολλά νέα στοιχεία και αρκετούς πειραματισμούς, δεν αποτελεί όμως αυτοσκοπό. Αντίθετα, είναι στην απόλυτη υπηρεσία των συνθέσεων, της μελωδίας, των φωνητικών και των οργάνων, προσθέτοντας μία ακόμα διάσταση στο τελικό αποτέλεσμα, χωρίς να αλλοιώνει την ουσία του.
2. Broken Bells - Broken Bells
Έχουμε ήδη ασχοληθεί, μέσα από τις γραμμές αυτού του blog, με τους Broken Bells και το πρώτο τους release. Το μουσικό δίδυμο Brian Burton - James Mercer μας έδωσε έναν δίσκο ο οποίος, με το τέλος της χρονιάς, συνειδητοποιούμε ότι έχει το ρεκόρ στροφών μέσα στο cd player μας σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο του 2010.
Το Broken Bells, είναι ένας indie δίσκος του οποίου η μουσική έχει την ευγένεια και διακριτικότητα της lounge, την αμεσότητα του ροκ και την πρωτοτυπία της electro, χωρίς να είναι τίποτα απ' όλα αυτά. Για το τι ακριβώς είναι μπορεί να μας απαντήσει μόνο ο κύριος Brian Burton ο οποίος υπογράφει την πανέμορφη, smooth παραγωγή.
Ως τελευταίο σχόλιο, θα αναφέρουμε ότι ο δίσκος αυτός μπορεί άνετα να κοσμήσει την πιο δραστήρια και εύκολα προσβάσιμη περιοχή μιας δισκοθήκης αφού θα ακουστεί ξανά και ξανά για αρκετό (άγνωστο το πόσο) καιρό ακόμα.
3. Dosh - Tommy
Στον πρόλογο αυτού του review κάναμε τη διαπίστωση ότι στην εποχή μας η "πρωτοτυπία", η "διαφορετικότητα" και η "εναλλακτικότητα" είναι ζητούμενα. Αν κρατήσουμε αυτή τη διαπίστωση ως παραδοχή τότε οι Dosh είναι σίγουρα πολύ μα πάρα πολύ επίκαιροι.
Οι Dosh, για όσους δεν τους γνωρίζουν (το αντίθετο είναι μάλλον σπάνιο), είναι ένα free-style συγκρότημα με πολύ συγκεκριμένη και μοναδική τεχνοτροπία στο παίξιμό του. Είναι αλήθεια ότι η μουσική τους δεν είναι προσανατολισμένη προς το ευρύ κοινό. Ούτε, όμως, και προς κάποιο συγκεκριμένο, εξειδικευμένο κοινό. Είναι μία μάλλον μη-προσανατολισμένη μουσική. Μία μουσική η οποία απλά υπάρχει τοποθετημένη σε ένα πολύ καλά καθορισμένο σημείο στον χώρο, δελεάζοντας,  με τα όμορφα "άνθη" και τα ακόμα πιο όμορφα "αγκάθια" της, τους ανυποψίαστους περαστικούς. Το trads music είναι ένας από αυτούς που έτυχε να περάσουν κοντά από τα στέκια των Dosh, να ακούσουν το νέο τους δημιούργημα και φυσικά να υποκύψουν στην γοητεία του.
Ο τελευταίος δίσκος των Dosh, αν και εξακολουθεί να φέρει στο απόλυτο τον χαρακτήρα του συγκροτήματος, χωρίς την παραμικρή έκπτωση, είναι μάλλον ο καλύτερός τους γιατί είναι αυτός που κάνει τον ήχο και την μουσική του συγκροτήματος πιο προσιτά από ποτέ ακόμα και στους πιο μη-μυημένους στο είδος.
4. Yeasayer - Odd blood
Πρόκειται για ό,τι πιο πειραματικό ακούσαμε φέτος. Έχουμε αναφέρει και στο αντίστοιχο review ότι πρόκειται για μία μουσική ακροβασία (πόοοοσο μας αρέσουν αυτά τα δισκάκια!!) ανάμεσα σε πολλά είδη μουσικής. Εξαιρετική παραγωγή, συνεχής εναλλαγή ρυθμών, συνεχής εναλλαγή συναισθημάτων. Δεν ξέρω αν το κατατάσω στα "καλύτερα" της χρονιάς επειδή είναι όντως στα "καλύτερα" της χρονιάς. Ξέρω όμως ότι είναι ο δίσκος που μου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση τόσο με το πρώτο άκουσμά του όσο και και με τα επόμενα.
5. ........
Στην πέμπτη θέση όσο κι αν προσπάθησα δεν μπορώ να ξεχωρίσω έναν μόνο δίσκο. Θα μπορούσε να είναι το Down the way των Angus & Julia Stone, αν ψάχνουμε για κάτι ήπιο, ακουστικό και αυθεντικό, θα μπορούσε να είναι το Congratulations των MGMT, όμως από την άλλη νομίζω ότι το παρατράβηξαν με την σαρωτική αλλαγή στον ήχο τους (αυτά που λέγαμε στον πρόλογο), θα μπορούσε να είναι και το Suburbs των Arcade Fire αν είχαν φροντίσει να ξεσκαρτάρουν λίγο παραπάνω το εξαιρετικό υλικό του (αρκετά μεγάλου) δίσκου από κάποια τραγούδια δεύτερης ταχύτητας. Θα μπορούσαν να είναι και όλα αυτά μαζί.


Οι "απογοητεύσεις"
1. Burn the negative - How to weigh the human soul
Πρώτο στη "μαύρη" λίστα και μάλιστα με διαφορά. Επανερχόμαστε στην εμμονή ορισμένων συγκροτημάτων να μεταβάλλουν τον ήχο τους από δίσκο σε δίσκο συμπεριφερόμενοι ως σαν να υπάρχει νόμος ο οποίος να επιβάλλει στους καλλιτέχνες να διαφοροποιούνται σε κάθε δίσκο, ως σαν κάποιος αόρατος κριτής των πάντων καιροφυλακτεί στη γωνία να τους κατηγορήσει για επανάληψη, λες και η αλλαγή αποτελεί αυτοσκοπό και ζητούμενο.
Οι Burn the Negative δεν κατάλαβαν, μάλλον, ότι αυτό που τους έκανε γνωστούς και αγαπημένους στον κόσμο, με τον πρώτο τους δίσκο, ήταν το dark στοιχείο τους, η ικανότητα να παντρέψουν το pop με το dance με το rock ΜΕ ΤΟ DARK. Ο δίσκος "How to wight the human soul" είναι μία προσπάθεια της μπάντας και των μανατζαρέων της να εκμεταλλευτούν εμπορικά τη μεγάλη βάση ακροατών, που δημιουργήθηκε με την κυκλοφορία του πρώτου τους δίσκου, και να την χρησιμοποιήσουν ως "σκαλοπάτι" και όχημα προς τον χώρο της ευρείας κατανάλωσης. Δεν λάβαν υπόψη τους, όμως, ότι εκεί που πηγαίνουν πολλοί, μα πάρα πολλοί, από τους ακροατές του πρώτου τους δίσκου δεν μπορούν να τους ακολουθήσουν και αυτό γιατί αυτή η μερίδα οπαδών της μπάντας ανήκει, δυστυχώς, αλλού. Ανήκει σε έναν χώρο τον οποίο οι ίδιοι οι Burn the Negative έφτιαξαν (μαζί με άλλους) και τον οποίο, αφού τον έφτιαξαν, πρώτοι φρόντισαν να εγκαταλείψουν!
Το δυστύχημα του πράγματος είναι ότι ακόμα κι αν αντιμετωπίσουμε το "how to weight the human soul" ως έναν "εμπορικό", κάπως πιο "ανάλαφρο", "dance-pop" δίσκο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόλογος σε σχέση με την υπόλοιπη δισκογραφία του χώρου.
Προσωπικά πιστεύω ότι οι Burn the Negative οδεύουν (μάλλον ήδη την ζουν) προς μία μεγάλη εμπορική αποτυχία. Το group είναι νέο (είναι μόλις ο δεύτερος δίσκος του μέσα στα ισόποσα χρόνια της ύπαρξής του), οι εμπειρίες του είναι ελάχιστες και η "φτιάξη" του, η "πάστα" του δεν έχει ακόμα δοκιμαστεί. Η αποτυχία αυτή μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση, στην απλή μετριότητα ή και να λειτουργήσει ευεργετικά ώστε να επανακαθοριστεί η ταυτότητα της μπάντας. Δεν το ξέρουμε. Αν η μπάντα είναι φτιαγμένη για να πρωταγωνιστήσει σε παγκόσμιο επίπεδο θα φανεί τώρα.
Προσωπική μου άποψη, δυστυχώς, είναι ότι οι Burn the Negative δεν κατάλαβαν ποτέ και δεν πίστεψαν σε κάτι τέτοιο. Θα παραμείνουν, λοιπόν, όπως φαίνεται μία dance μπάντα του Λονδίνου που θα κάνει καλά μεροκάματα στα club της πόλης και θα εμφανίζεται ως δευτεροκλασάτο όνομα σε φεστιβάλ. Δυστυχώς...
2. New Young Pony Club - The Optimist
Εδώ έχουμε να κάνουμε με την τελείως αντίθετη πορεία σε σχέση με αυτή των Burn. Μία μπάντα "η χαρά της ζωής" μετατράπηκε μαυροφορεμένες κλαίουσες οι οποίες δεν ξέρουν καν γιατί κλαίνε. Ο δεύτερος δίσκος της μπάντας, ο οποίος ήρθε μετά από πολύ μακρά απουσία από τη δισκογραφία, απλά δεν έχει να πει απολύτως τίποτα.

Δεν θα αναφέρουμε άλλους στη λίστα των απογοητεύσεων γιατί κανένας άλλος δίσκος δεν "αξίζει" να είναι δίπλα στους δύο προαναφερθέντες. Το μόνο που μπορούμε να αναφέρουμε, κλείνοντας, είναι ότι το 2010 ήταν σαφώς καλύτερο από το 2009, όμως για άλλη μια φορά το 2008 παραμένει η καλύτερη χρονιά της εναλλακτικής δισκογραφίας, τα τελευταία χρόνια.
Από την άλλη το 2011 μπαίνει με πολυ-αναμενόμενες κυκλοφορίες όπως τον νέο δίσκο των Ting-Tings, πιθανό νέο δίσκο των Libertines (!!) και πολλές άλλες κυκλοφορίες που θα είμαστε εδώ να τις σχολιάσουμε.

Το tradsmusic σας εύχεται να έχετε ένα 2011 γεμάτο υγεία και καλή διάθεση, να μην τρώτε τον τσαμπουκά και να μη μασάτε από καταπίεση. Μην ξεχνάτε να ακούτε μουσική γιατί είναι ένα από τα πράγματα που μας βοηθάν να ανταπεξερχόμαστε και να παλεύουμε όλες τις δυσκολίες της ζωής.   

Jeff Beck - Emotion & Commotion (2010)


Ο Jeff Beck δεν είναι ένας ακόμα καλός κιθαρίστας. Ανήκει σε εκείνη την πολύ ιδιαίτερη και μικρή ομάδα μουσικών που αποτελεί μία συνομοταξία από μόνος του. Παρά το γεγονός ότι όλοι οι σύγχρονοί του τον σεβόταν και τον θεωρούσαν κορυφαίο μουσικό ο Jeff ήταν στην πραγματικότητα, μουσικά, πάντα μόνος του και μόνος του μας έδωσε τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες δημιουργίες του.

Χαρακτηριστικό στιγμιότυπο της καριέρας και της ζωής του που κυριολεκτικά περιγράφει με τον πιο γλαφυρό τρόπο τον τρόπο με τον οποίο οι μουσικοί της γενιάς του αντιμετώπιζαν το φαινόμενο Beck διαδραματίστηκε, πίσω, στο 1967 τη στιγμή της αποχώρησης του Syd Barrett από τους Pink Floyd. Η μπάντα ψάχντας τον αντικαταστάτη του κατέληξε στον Beck. Η συνεργασία αυτή όμως δεν έγινε ποτέ. Ο λόγος γίνεται ξεκάθαρος μερικά χρόνια αργότερα, μέσα από την αυτοβιογραφία του drummer των Floyd. Όπως, λοιπόν, περιγράφει ο Manson «Κανένας μας δεν είχε τα κότσια – το θράσος να του το ζητήσει»!!!

Ο ήχος του Beck, ιδιαίτερα στις σόλο δουλειές του, πάντα πατούσαν έστω και λίγο στον πειραματισμό. Πειραματισμό καθαρά πάνω στο όργανο της κιθάρας, τον ήχο της και της δυνατότητές της. Ο πειραματισμός, φυσικά, πάντα βασιζόταν επάνω στο απίστευτα χαρισματικό και ταλαντούχο παίξιμο του Beck. Τα τελευταία χρόνια δεν δίστασε να «παίξει» και με την παραγωγή ώστε να αναδείξει ακόμα περισσότερο τις δυνατότητες του όργανου, οδηγώντας το σε πρωτόγνωρα για την ηλεκτρική κιθάρα μονοπάτια. Βέβαια, μια και ο πρωταγωνιστής των δίσκων του είναι η κιθάρα ο Beck παίζει με την παραγωγή χωρίς όμως να το παρακάνει, χωρίς να «κλέβει» παραδίδοντας τελείως παραμορφωμένο ή «φτιαχτό» ήχο.

Στον τελευταίο δίσκο του “Emotion & Commotion” αυτό που προσπαθεί να κάνει ο Beck είναι να «βάλει το μπουζούκι στα σαλόνια». Να βάλει την κιθάρα μέσα σε ορχήστρα, δίπλα στα έγχορδα και τα κρουστά, πάντα μαζί με απίστευτα drums (αυτά κι αν είναι εγκεφαλικά) και ντουέτο με υπέροχες γυναικείες λυρικές εκτελέσεις. Ο άνθρωπος καταφέρνει σε στιγμές να σε κάνει να αναρωτηθείς αν σταμάτησε η σοπράνο και μπήκε κιθάρα, αν αυτό που ακούω εξακολουθεί να είναι η υπέροχη γυναικεία φωνή ή αν τα παιχνίδια του Beck με τις συχνότητες με πιάσανε για άλλη μια φορά «κορόιδο».

Και δεν σταματά εκεί. Juzz εκτελέσεις, ροκ ξεσπάσματα και απίστευτα ατμοσφαριρικά τραγούδια συνθέτουν ένα ακόμα Beck classic.
Βέβαια, εδώ πρέπει να υπογραμμίσω ότι ο Beck είναι θεωρητικός και απευθύνεται σε θεωρητικούς. Επίσης, όσο καλύτερο το ηχοσύστημα που θα ακουστεί ο δίσκος τόσο το καλύτερο.
Ως κλείσιμο θα πω ότι κάθε φορά που τυχαίνει να κουβεντιάσω, να γράψω (καλή ώρα), να συστήσω ή να διαβάσω για τον Beck πάντα περνάει αυτή η διαβολική σκέψη απ’ το μυαλό μου. Τι θα γινόταν αν αυτός ο κιθαρίστας έμπαινε τότε στους Floyd; Πραγματικά αυτή η σκέψη ανέκαθεν με εξιτάρει και με σκανδαλίζει.
Ότι έγινε έγινε όμως, ο Beck είναι ακόμα εδώ και συνεχίζει να μας εκπλήσει. Καλή ακρόαση!

The Dead Weather - Horehound

The Dead Weather… Μία μπάντα με βιογραφικό

4 Άσσοι

Μπορεί να δημιουργήθηκαν, μόλις, πέρσι (2009), να μετράνε μόλις ένα χρόνο ζωής και μία δισκογραφική δουλειά, κι όμως, είναι μία μπάντα με πολύ, μα πάρα πολύ, πλούσιο βιογραφικό. Μία μπάντα που αποτελείται από τουλάχιστον 4 κιθαρίστες, 3 τραγουδιστές, 2 μπασίστες και δύο drummer αριθμώντας, μόλις, τέσσερα μέλη! Πως; Απλά, οι τέσσερις καλλιτέχνες που απαρτίζουν τους Dead Weather είναι πράγματι πολυσύνθετοι και πολυτάλαντοι.



Δεν θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε, την αναφορά μας στα μέλη των Dead Weather, με άλλον από τον “πολύ” κύριο Jack White. Κιθαρίστας, τραγουδιστής, πιανίστας, front man αλλά και εμπνευστής των White Stripes (δεν είναι τυχαίο ότι το όνομα της μπάντας συμπεριλαμβάνει το επίθετό του), θεωρείται ένας από τους πιο χαρισματικούς σύγχρονους Αμερικανούς rock μουσικούς. Ο White, με το side-project του The Dead Weather, μας παρουσιάζει μία εντελώς διαφορετική πτυχή της, πολυσύνθετης, μουσικής του υπόστασης, αναλαμβάνοντας τις μπαγκέτες των drums (!!), ενώ, σε δεύτερο πλάνο, εμπλουτίζει την μπάντα με τα φωνητικά και την κιθάρα του.

White Stripes - Seven Nation Army


Τραγουδίστρια του συγκροτήματος είναι η Alison Mosshart, ευρύτερα γνωστή ως η τραγουδίστρια του indie rock συγκροτήματος “Kills”. Η Alison, πέρα από τα lead vocals, κάνει κι άλλες “δουλειές” στην μπάντα, παίζοντας κιθάρα και κρουστά.


The Kills - URA Fever


Κιθάρα, organ, πιάνο, synthesizer, μπάσο, backing vocals. Όλα ένας. Το όνομά του Dean Fertita. Σε πολλούς μπορεί να μην ακούγεται και τόσο άγνωστο αυτό το όνομα, αφού, ο multi-instrumentalist Dean έχει διατελέσει lead τραγουδιστής και κιθαρίστας στους Waxwings, ενώ, επίσης, έχει παίξει touring keyboard player στους Recounteurs. Από το 2007, ο Dean Fertita είναι μέλος των Αμερικανών (δυνατών) rockers “Queens of the stone age” παίζοντας keyboard και κιθάρα. Side-project και για τον Fertita, λοιπόν, αφού ποτέ δεν σταμάτησε να είναι μέλος των Queens of the stone age.

Queens of the stone age - Go with the flow


Μπάσο, κιθάρα, drums και backing vocals αναλαμβάνει ο Jack Lawrence. Άλλο ένα όνομα, που αν το μελετήσει κανείς θα βρει, μέσα, στο αρκετά μακρύ, βιογραφικό του, ότι είναι ο μπασίστας των Recounteurs.

Recounteurs - Steady, as she goes




30 sec spot for The Dead Weather:


Horehound



Έτος: 2009
Είδος: Indie rock
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Αμερική
Label: Third man records

Tracklisting
1 60 Feet Tall
2 Hang You From The Heavens
3 I Cut Like A Buffalo (video) (live)
4 So Far From Your Weapon
5 Treat Me Like Your Mother (video)
6 Rocking Horse
7 New Pony
8 Bone House (live)
9 Three Birds
10 No Hassle
11 Will There Be Enough Water? (live)

Το Horehound αποτελεί την πρώτη δισκογραφική δουλειά των The Dead Weather κάτω από το label Third Man Records, του ίδιου του Jack White. Ο δίσκος κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 2009, έξι, μόλις, μήνες μετά την δημιουργία της μπάντας. Όπως δήλωσε και ο White "Τα πράγματα ήρθαν από μόνα τους. Δεν είχαμε κάποιο σαφή προσανατολισμό. Εμείς απλά συνθέταμε ένα - δύο τραγούδια την μέρα, όσο περισσότερα μπορούσαμε, και μετά τα ηχογραφούσαμε κατευθείαν... Δεν υπήρχε, λοιπόν, χρόνος να σκεφτούμε τι ακριβώς ήταν αυτό που γινόταν. Απλά, έγινε."

Ο δίσκος περιέχει 11 τραγούδια. Το στυλ του δίσκου, με μία λέξη, μπορεί να χαρακτηριστεί rock. Indie rock, με πολλές και διάφορες επιρροές, όπως garage και blues, ενώ, σε πολύ μικρά διαστήματα μπορεί να θυμίσει από Rage against the machine μέχρι και dub.
Σκοτεινός, σε γενικές γραμμές, βαρύς και αλλά και δυνατός απευθύνεται σε λάτρεις του rock κάθε μήκους και πλάτους. Είναι ένας δίσκος που, ακόμα κι αν δεν το γνωρίζει κανείς, φωνάζει από μακρυά ότι είναι Αμερικανική σκηνή. Καλή Αμερικανική σκηνή, που, αν και λάτρεις της Βρετανικής σκηνής, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι είναι η μόνη που θα μπορούσε να βγάλει μπάντες όπως οι Dead Weather.

Η πολύπλευρη μορφή που συνθέτουν οι τέσσερις, πολυτάλαντοι, μουσικοί, αλλά, και ο τρόπος με τον οποίο δημιουργήθηκε και ηχογραφήθηκε ο δίσκος παράγει ένα αποτέλεσμα που δεν μπορεί να κριθεί με συμβατικούς όρους. Θεωρούμε λάθος την κριτική που δέχτηκε, από διάφορα μέσα, περί ύπαρξης αδιάφορων τραγουδιών που απλά γεμίζουν το χώρο και τον χρόνο γύρω από 4-5 ξεχωριστά κομμάτια. Το Horehound είναι παράξενη φύση, όπως και η ίδια η μπάντα που τον δημιούργησε.
Οι εκτελέσεις, αλλά και οι συνθέσεις των τραγουδιών παράγουν την αίσθηση ενός εύπλαστου υγρού, τόσο παχύρρευστου που, τελικά, είναι στερεό. Αυτή είναι και η στέρεη υπόσταση του δίσκου, που στα αυτιά κάθε ενός rocker θα πάρει διαφορετικό σχήμα ανάλογα με τη διάθεση, τις παραστάσεις και τις rock καταβολές του. Μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο, όντως, μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι δημιουργείται μία μικρή κοιλιά προς το τέλος του δίσκου, καθαρά δείγμα απειρίας, ή, ίσως, υπέρμετρου ενθουσιασμού, η οποία άλλοτε συγχωρείται και άλλοτε όχι, και πάλι, ανάλογα με τις διαθέσεις του ακροατή.

Κάνοντας το τελικό μας σχόλιο, ο Horehound είναι ένας δίσκος που μας εξέπληξε θετικά, μας έκανε να θυμηθούμε, εν έτι 2009, τι πάει, πραγματικά, να πει rock και αποτελεί λαμπρό δείγμα το τι μπορεί να παράγει η Αμερική όταν θέλει.
Must have ίσως... Must listen 100%.

Delphic - Acolyte

Καλλιτέχνης: Delphic
Δίσκος: Acolyte
Έτος: 2010
Είδος: alternative dance
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Μ. Βρετανία
Label: Polydor records


Tracklisting:
1. 'Clarion Call' (listen)
2. 'Doubt' (video) (live)
3. 'This Momentary' (video)
4. 'Red Lights' (listen)
5. 'Acolyte' (listen)
6. 'Halcyon' (video)
7. 'Submission' (listen)
8. 'Counterpoint' (video)
9. 'Ephemera' (listen)
10. 'Remain' (listen)


Delphic ονομάζεται η τριμελής μπάντα από τη Μ. Βρετανία, ενώ το Acolyte αποτελεί την πρώτη τους δισκογραφική δουλειά.

Ο ήχος του δίσκου χτίζεται με βάση τις ηλεκτρονικές φόρμες, με αρκετά χορευτική και μελωδική διάθεση. Παρ’ όλα αυτά οι Delphic, με το Acolyte, δεν περιορίζουν το κοινό τους αποκλειστικά στους λάτρεις της dance ηλεκτρονικής μουσικής έχοντας σαφέστατα πολύ, μα πάρα πολύ, ανοιχτούς μουσικούς ορίζοντες.

Αυτό το γεγονός επιτυγχάνεται με αρκετά “trick” που συναντά κανείς στο LP. Έντονες και ευδιάκριτες “ενέσεις” κιθάρας και φυσικών drums σε πολλά από τα τραγούδια του δίσκου προσδίδουν μία αίσθηση οικειότητας σε ανθρώπους μη-εξοικειωμένους με την ηλεκτρονική μουσική, ενώ τα φωνητικά, τα οποία έχουν άνετο και ευχάριστο flow, παίζουν αρκετά κυρίαρχο ρόλο στα τραγούδια έχοντας ένα πιο συμβατικό (ποπ-ροκ) στήσιμο, αρκετά μακρυά από το ρόλο κομπάρσου που διαδραματίζουν σε αρκετά κλασικά dance projects.


Γενικά υπάρχει μία διάθεση μίξης και αναζήτησης. Μίξης ήχων και τάσεων σε μία προσπάθεια (των πρωτοεμφανιζόμενων Delphic) να καθορίσουν σαφή ταυτότητα. Δεν είναι και εύκολο...

Το βασικό όπλο και το κύριο συστατικό γύρω από το οποίο θα "δέσουν" όλα τα συστατικά στο μαγείρεμα, αυτό, των Delphic είναι αναμφισβήτητα η μελωδία. Η μελωδία η οποία δεν λείπει πουθενά από τον δίσκο. Μελωδία η οποία, στο μεγαλύτερό της ποσοστό, είναι up-lifting, χωρίς προσπάθειες υπερβολής, χωρίς ο ήχος να φτάνει στον λυρισμό, άξιος υπηρέτης μιας (κατά την άποψή μας) καθαρά υποβόσκουσας ποπ-ροκ διάθεσης.

Το αν αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί κανέις με τον δίσκο... Η απάντηση είναι απλή και σαφής (όπως και ο δίσκος). ΝΑΙ. Και αυτό γιατί πρόκειται για ένα κομμάτι το οποίο μπορεί να μη γίνει ποτέ το αγαπημένο σας (χωρίς να αποκλείεται αυτό), αλλά μπορεί, σίγουρα, να ακουστεί ευχάριστα από μία τεράστια ποικιλία ανθρώπων σε μία τεράστια ποικιλία ωρών και mood.

Yeasayer - Odd blood

Καλλιτέχνης: Yeasayer
Δίσκος: Odd blood
Έτος: 2010
Είδος: experimental rock
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Η.Π.Α. (Brooklyn)
Label: Secretly Canadian



Tracklisting:
1. The Children
2. Ambling Alp (video)
3. Madder Red
4. I Remember
5. O.N.E.
6. Love Me Girl
7. Rome
8. Strange Reunions
9. Mondegreen
10.Grizelda

Πρόκειται για τον δεύτερο δίσκο των Αμερικάνων Yeasayer. Το Odd blood, του οποίου την παραγωγή έκανε η ίδια η μπάντα, είναι ένας σίγουρα πειραματικός, οπωσδήποτε πρωτότυπος και 100% αξιοπρόσεκτος δίσκος.


Αν και η μπάντα κατατάσεται στον experimental rock χώρο, ο δίσκος δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έτσι. Όσο κι αν έχει αλλάξει το rock, αυτό δεν μπορεί να ονομαστεί rock (ακόμα κι αν προηγείται η φλου έννοια "experimental"). Τουλάχιστον όχι στο σύνολό του. Μία πιο καλή προσέγγιση έχει γίνει από διάφορες κριτικές και άρθρα τα οποία δίπλα στον experimental rock χαρακτηρισμό έχουν προσθέσει τον όρο phsychedelic pop. Και πάλι δεν είναι αρκετοί αυτοί οι δύο όροι να οριοθετήσουν το Odd blood μουσικά! Τα ακούσματα που εναλλάσσονται κατά τη διάρκεια των 10, συνολικά, τραγουδιών του δίσκου ξεκινάν από rock, περνάνε και ακουμπάν την reggae, φλερτάρουν με electro και pop ενώ σε αρκετές περιπτώσεις θυμίζουν, rock n roll (!) ή και, αγνώστου ταυτότητας, club-ίσια χορευτική μουσική.

Η εισαγωγή του δίσκου, πάντως, και το πρώτο τραγούδι (The Children) δεν είναι τίποτα απ' όλα αυτά!! Πρόκειται περισσότερο για μία αλληλουχία και μίξη ήχων που πατάνε σε ένα πρόημο Massive Attack-ικό ρυθμό με κερασάκι στην τούρτα μία μυστηριώδη, παραμορφωμένη φωνή που ξαφνιάζει τον ακροατή. Μόλις τα 3 λεπτά και 14 δευτερόλεπτα του πρώτου τραγουδιού τελειώσουν ξεκινάει το Ambling Alp το οποίο σιγά-σιγά ελαφραίνει το κλίμα με τους reggae ρυθμούς του και τα ήπια φωνητικά και παραγωγή.

Η συνέχεια είναι απολαυστική και τα τραγούδια εναλλάσσονται αρμονικά αραδιάζοντας όλα τα στυλ και τα ταλέντα των δημιουργών τους.

Ολοκληρώνοντας μπορούμε να πούμε ότι το Odd Blood είναι, κατά την άποψη του blog, ένα από τα πολύ καλά δισκάκια του τρέχοντος έτους που αξίζει να ανακαλύψει κανείς.

The Libertines

Υπάρχουν μπάντες και μπάντες. Υπάρχουν αυτές που κάνουν μία επιτυχία και εξαφανίζονται, υπάρχουν και αυτές που μέχρι τα βαθιά γεράματα αρνούνται να σταματήσουν να αρμέγουν τη λεγόμενη "cash cow", υπάρχουν και οι Libertines.
Υπάρχουν αυτές που μεσουρανούν για κάποια χρόνια και μετά δεν τους θυμάται κανείς, αυτές που με τη διάλυσή τους μας αφήνουν πίσω μερικά καλά CD (ή LP), και αρκετές καλές αναμνήσεις, υπάρχουν και οι Libertines.



Ποιοι είναι (ήταν) οι Libertines;
Πίσω στο 1997. Ένας νεαρός (19 χρονών τότε) από το Basingstoke της Αγγλίας ονόματι Carl Barât ξεκινά τις σπουδές του στο Brunel University του Uxbridge και συγκεκριμένα στη σχολή θεάτρου. Συγκάτοικος του Carl, στο φοιτητικά του διαμέρισμα, είναι η, επίσης φοιτήτρια, Amy-Jo Doherty. Η Amy διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με τον μικρότερο αδερφό της Pete (φοιτητής, τότε, της Αγγλικής Φιλολογίας), ο οποίος, την επισκέπτεται συχνά. Σιγά σιγά ο Carl και ο Pete γνωρίζονται καλύτερα, ανακαλύπτουν τις κοινές καλλιτεχνικές τους ανησυχίες και δένονται με μία πολύ δυνατή φιλία.

Carl Barat Pete Doherty

Οι δύο νέοι αποφασίζουν να ξεκινήσουν μία μπάντα και σε λιγότερο από χρόνο σχηματίζονται οι Libertines.
Η αρχική σύνθεση του group ήταν: Carl Barât (frontman, vocals, lead guitar), Pete Doherty (vocals / rhythm guitar), ως βασικά μέλη, ενώ συμπλήρωναν ο John Hassall (bass) και ο Johny Borrell (αντικαταστάθηκε αργότερα από τον Powel) στα drums.
Οι Libertines αρχίζουν να δουλεύουν. Άμεσα πραγματοποιούνται κάποιες demo ηχογραφήσεις, γρήγορα έρχονται ανακατατάξεις και αλλαγές στην αρχική σύνθεση και οι συνθήκες ωριμάζουν για την πρώτη δισκογραφική απόπειρα.

Up the bracket

Η πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά της μπάντας έρχεται το 2002 με τον τίτλο "Up the bracket". Την παραγωγή αναλαμβάνει ο Mick Jones (ο πρώην lead κιθαρίστας των Clash) ο οποίος (πιθανόν τότε να μην το γνώριζε) θα ξεκινήσει μια συνεργασία που θα αποτελέσει την κορυφαία της καριέρας του ως παραγωγός, μέχρι και σήμερα.

Ο δίσκος θα δώσει την 35η θέση στα Βρετανικά και την 13η θέση στα Αμερικάνικα album charts ενώ το έγκυρο βρετανικό μουσικό περιοδικό NME θα βραβεύσει τους Libertines ως την καλύτερη νεοεμφανιζόμενη μπάντα για το 2002.


Τραγούδια του δίσκου

Παρά το γεγονός ότι η κατάταξη στα chart δεν ήταν και η καλύτερη δυνατή, ο δίσκος θα αποδειχτεί διαχρονικός και τέσσερα χρόνια αργότερα, 2006, το ίδιο περιοδικό θα κατατάξει το Up the bracket στη 10η θέση των σπουδαιότερων Βρετανικών album όλων των εποχών!!
Την περίοδο του Up the bracket η μπάντα θα πραγματοποιήσει, κυριολεκτικά, εκατοντάδες εμφανίσεις. Πέρα από τα αμιγώς "Libertines" live, το group θα εμφανιστεί ως support στους Sex Pistols και στον Morrissey και η Βρετανία θα αρχίσει σιγά-σιγά να αποκτά την επερχόμενη μανία...

2003
Από το ξεκίνημα, ακόμα, του group ο Pete Doherty ήταν χρήστης βαριών ναρκωτικών ουσιών. Το γεγονός αυτό δημιουργούσε συχνά προβλήματα στην μπάντα, κάτι που ο Barat το είχε εντοπίσει και είχε αρχίσει, σταδιακά, να τον ενοχλεί. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι δύο φίλοι ήρθαν σε ρήξη για το συγκεκριμένο θέμα με τον Carl να πιέζει τον Pete για αποτοξίνωση, χωρίς, όμως, αποτέλεσμα.
Το 2003 η ρήξη θα πάρει διαστάσεις. Ο Doherty έχει, πλέον, βυθιστεί για τα καλά στην ηρωίνη, την κοκαΐνη και το κρακ, ο Carl εκδηλώνει τάσεις απώθησης του Pete από την μπάντα και ο Doherty βάζει, πρόχειρα, στα σκαριά ένα νέο μουσικό project, τους Babyshambles, που το διατηρεί ως καταφύγιο και καβάτζα αρνούμενος (ή ανίκανος) να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του Carl.
Tον Μάιο του 2003, και ενώ η μπάντα βρίσκεται στην Αμερική για την ηχογράφηση νέου προωθητικού υλικού, με το τίτλο "Babyshambles sessions", η ρήξη μετουσιώνεται σε καυγά. Ο Doherty είναι τελείως χαμένος από τα ναρκωτικά και ο Carl ξεσπάει έντονα. Η αδυναμία συνεννόησης είναι τόσο μεγάλη που ο Barât τα μαζεύει αμέσως και φεύγει, αφήνοντας την μπάντα στα μισά των ηχογραφήσεων. Ο Doherty θα παραμείνει και θα ολοκληρώσει μόνος του τις ηχογραφήσεις οι οποίες δόθηκαν λίγο αργότερα για free download στο διαδίκτυο:

http://rapidshare.com/files/105205142/Babyshambles_Sessions_-_Disc_1.rar
http://rapidshare.com/files/105364200/Babyshambles_Sessions_-_Disc_2.rar
http://rapidshare.com/files/105374975/Babyshambles_Sessions_-_Disc_3.rar
Η παραμονή στην Αμερική τελειώνει και ο Doherty επιστρέφει στην Αγγλία, συμπτωματικά, λίγες μέρες πριν τα γενέθλια του Carl. Αποφασίζει, λοιπόν, σε μια προσπάθειά του να εξομαλύνει τις σχέσεις τους, και οργανώνει ένα πάρτι για τα γενέθλιά του φίλου του. Ο Carl αρνείται να γιορτάσει τα γενέθλιά του με τον Pete, γεγονός που μεταφράζεται, στο μυαλό του Pete ως προδοσία.
Την αμέσως επόμενη μέρα η μπάντα θα πετούσε για Γερμανία, τον πρώτο σταθμό της προγραμματισμένης Ευρωπαϊκής περιοδείας της. Ο Pete, ενεργώντας εκδικητικά, αρνείται να συμμετάσχει και αφήνει την μπάντα στα κρύα του λουτρού ανήμερα της πτήσης! Τα περιθώρια αντίδρασης ήταν ελάχιστα.
Ο Carl, προκειμένου να αποφύγει την αναβολή της περιοδείας αναγκάζεται να σκαρφιστεί λύσεις, κάτι χειρότερο από, ανάγκης . Ένας τεχνικός για τις κιθάρες ονόματι Nick, (μέλος της αποστολής) μαθαίνει τα ακουόρντα του Pete και καλύπτει τη θέση του στα live! Για τα φωνητικά καλείται ο Didz Hammond (αργότερα μέλος των Dirty Pretty Things), τραγουδιστής, τότε, των The Cooper Temple Clause (τραγούδια της μπάντας υπάρχουν στο τέλος του άρθρου), ο οποίος, μετά από τηλέφωνο του Carl, πηγαίνει εσπευσμένα στην Γερμανία.

Μέσα σε αυτή την εκτροχιασμένη κατάσταση, ο Doherty, πίσω στην Αγγλία, είναι κυριολεκτικά "out of his mind". Η χρήση δεν έχει σταματήσει και ο Carl, αντιστρέφοντας τους ρόλους, του στέλνει σαφές μήνυμα ότι η επάνοδός του στην μπάντα περνάει υποχρεωτικά μέσα από την πλήρη αποτοξίνωσή του.
Ο Pete, ξεκινά προσπάθεια μπαίνοντας σε κέντρο αποτοξίνωσης μα σε λιγότερο από εβδομάδα τα παρατάει. Η σύγχυσή του, εκείνη τη χρονική περίοδο, είναι μεγάλη και προδίδεται έντονα από τα post που έκανε στο επίσημο forum των Libertines. Στα post αυτά ο Pete παρουσιαζόταν έντονα (παθολογικά) κυκλοθυμικός αφού μέσα στην ίδια μέρα υπήρχαν χαρούμενα, πεσιμιστικά, αισιόδοξα και απαισιόδοξα post. Τόσο η έκρυθμη ψυχολογική του κατάσταση όσο και δηλώσεις που πραγματοποιούσε, και στις οποίες εμφανιζόταν ως σαν να μην έχει απολύτως κανένα πρόβλημα τόσο με τον Carl όσο και με την υπόλοιπη μπάντα, μπέρδεψαν τους οπαδούς των Libertines οι οποίοι αδυνατούσαν να καταλάβουν για ποιο λόγο ο Pete απουσίαζε από την τρέχουσα, υπέρ-επιτυχημένη, περιοδεία της μπάντας σε Ευρώπη και Ιαπωνία.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, και ενώ οι Libertines συνεχίζουν την περιοδεία τους, ο Doherty φτάνει στα άκρα. Εισβάλει και διαρρηγνύει το διαμέρισμα του Carl κλέβοντας μία συλλεκτική κιθάρα, ένα cd player, ένα video recorder, ένα laptop και μία φυσαρμόνικα και λίγες μέρες αργότερα πραγματοποιεί την πρώτη επίσημη εμφάνισή του με τους Babyshambles!
Η διάρρηξη δεν περνάει ατιμώρητη. Ο Pete συλλαμβάνεται από την Βρετανική αστυνομία, οδηγείται στο δικαστήριο και καταδικάζεται σε 6 μήνες κάθειρξη (εξέτισε μόνο τους 2). Στο διάστημα των 2 αυτών μηνών ο Doherty βρίσκει σε υποχρεωτική αποτοξίνωση. Όπως έχει δηλώσει, άλλωστε, και ο manager του Andy Boyd σε συνέντευξή του στην εφημερίδα "Daily Mail" "η μόνες φορές που δεν βλέπεις τον Pete υπό την επήρεια ηρωίνης ή κρακ είναι όταν είναι σε πρόγραμμα, στην φυλακή ή όταν κοιμάται". Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, Pete έρχεται σε επικοινωνία με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας και με, σαφώς, πιο καθαρό μυαλό προσπαθεί να βρει νέα σημεία επαφής μαζί τους.

Οκτώβριος του 2003 και έρχεται η ώρα της αποφυλάκισης. Έξω από την πόρτα της φυλακής περιμένει τον Pete μία ανέλπιστη παρουσία. Ήταν ο Carl!
Ακολουθεί συγκινησιακό ξέσπασμα! Οι δύο φίλοι περνούν όλη τη μέρα μαζί και το ίδιο βράδυ οργανώνουν μία αυθόρμητη, μη-προγραμματισμένη εμφάνιση στο Tap'n'Tin pub στο Kent. Η μπάντα εμφανίζεται σε πλήρη σύνθεση μετά από μήνες. Όσοι ζήσανε αυτό το live το περιγράφουν ως το καλύτερο της μπάντας, ενώ, σχεδόν όλα, τα μουσικά έντυπα της Βρετανίας θα το καταγράψουν ως ένα από τα ιστορικότερα live όλων των εποχών.

Το κλίμα αντιστρέφεται και η απήχηση του group ανεβαίνει ραγδαία. Οργανώνονται τρεις sold-out συναυλίες στο London Forum και μία απόλυτα επιτυχημένη περιοδεία σε όλη τη Βρετανία.
Στο διάστημα αυτό ο Doherty δεν θα καταφέρει να μείνει μακρυά από τους εθισμούς του και σταδιακά θα ξαναβυθιστεί στην ηρωίνη. Ο Carl φτάνει στα όριά του και το κλίμα ξαναχαλάει, αυτή τη φορά... ανεπιστρεπτί.


"The Libertines"
Η ώρα για το δεύτερο album της μπάντας έφτασε. Η τετράδα μπαίνει στο studio και αρχίζει να ηχογραφεί. Ηχογραφεί, όμως, κάτω από πολύ κακές συνθήκες μια και οι δύο leaders, Carl & Pete, συνεχίζουν να βρίσκονται "στα μαχαίρια" για τους γνωστούς πλέον λόγους. O Doherty όχι μόνο αψηφά τις συστάσεις και τις απειλές του Barat, όχι μόνο συνεχίζει να δραστηριοποιείται με τους Babyshambles αλλά τραγουδάει σε μία τρίτη παραγωγή, αυτή του φίλου του Peter Wolfe στο τραγούδι "For lovers". Το τραγούδι (το οποίο μπορείτε να το ακούσετε στο playlist στο τέλος του άρθρου) πηγαίνει κάτι παραπάνω από καλά και "χτυπάει" την 7η (!) θέση στα Βρετανικά charts. Μία θέση που ποτέ μέχρι τότε δεν κατάφεραν να αγγίξουν οι Libertines. Τα γεγονότα φέρνουν τους δύο leaders της μπάντας σε τόσο μεγάλη αντιπαλότητα που η ηχογράφηση ολοκληρώνεται υπό την παρουσία security (!!) οι οποίοι αποτρέπουν τα δύο μέλη της μπάντας να βιαιοπραγήσουν αναμεταξύ τους.
Με το τέλος των ηχογραφήσεων ο Doherty αποχωρεί σε μία νέα προσπάθειά του να ξεκινήσει πρόγραμμα αποτοξίνωσης και αφήνει στα 3 υπόλοιπα μέλη της μπάντας το τελικό μιξάρισμα και την ολοκλήρωση του δίσκου.
Ο ομώνυμος δίσκος έμελλε να είναι η απογείωση (νούμερο 1 στα Βρετανικά album charts) αλλά και το τέλος των Libertines.


Τραγούδια από τον δίσκο

Ο Carl Barat με τη βοήθεια και των υπόλοιπων 2 μελών της μπάντας ξεκινά ένα νέο μουσικό project (τους Dirty Pretty Things), ο Doherty στρέφεται ολοκληρωτικά προς τους "δικούς" του Babyshambles και μετά από ένα σύντομο κύκλο εμφανίσεων (χωρίς τον Doherty) η μπάντα, τελικά, διαλύεται. Τελευταία εμφάνισή τους (χωρίς τον Pete Doherty) ήταν στις 14 Δεκεμβρίου, στο Παρίσι. Ο λόγος της διάλυσης τέθηκε σαφέστατα από τον Carl: "Δεν θέλω να συνεχίσω να δραστηριοποιούμε κάτω από το όνομα Libertines χωρίς να συμμετέχει και ο Pete σε αυτό".

Τα θραύσματα

----- Ο αυτοκαταστροφικός -----
Pete Doherty. Το πρώτο, κατά χρονική σειρά, και, για πολλούς, σημαντικότερο αποτέλεσμα της διάλυσης των Libertines είναι οι Babyshambles. Αποτελεί το μουσικό, αλλά και προσωπικό, καταφύγιο του Doherty. Μία μπάντα η οποία, φυσικά, θυμίζει τους Libertines έχοντας, όμως, αρκετές διαφοροποιήσεις στον ήχο και στο στιλ. Η πιο χαρακτηριστική των διαφοροποιήσεων είναι οι, πραγματικά όμορφες, reggae πινελιές σε πολλά από τα κομμάτια.
Η μπάντα ξεκινά με τον δίσκο "Down in Albion" στον οποίο παραγωγή κάνει ο Mick Jones και ο ο οποίος βγαίνει στην κυκλοφορία τον Νοέμβριο του 2005. Το αστέρι του Doherty λάμπει ξανά: Top 10 στα Βρετανικά album charts, #4 & #8 στα singles με το, εκπληκτικό "Fuck for ever" & "Albion" αντίστοιχα.


Τραγούδια από τον δίσκο

O Doherty αποτελεί, πλέον, ίνδαλμα στη νεολαία της Βρετανίας, νούμερο 1 στόχο των μουσικών και life style εντύπων, δεν εγκαταλείπει, όμως, τις παλιές του συνήθειες και συνεχίζει να φέρεται αυτοκαταστροφικά.
Το 2005, οι Oasis ξεκινάν περιοδεία για την προώθηση του νέου τους δίσκου "Don't believe the truth" και ζητούν από τον Doherty και την παρέα του να τους support-άρουν, δίνοντας στους Babyshambles την ευκαιρία να απογειώσουν την απήχησή τους εντός συνόρων. O Doherty έχοντας πλέον εισχωρήσει (ποικιλοτρόπως) στον χώρο της μόδας παρευρίσκεται, συνοδεία της Kate Moss, στο γενέθλιο πάρτι του σχεδιαστή μόδας Hedi Simane και αποτυγχάνει να δώσει το παρόν στην πρώτη προγραμματισμένη εμφάνιση με τους Oases. Τα πράγματα, όμως, έχουν αλλάξει και οι Oasis δεν είναι άλλο πια ο Carl που θα συγχωρήσει τον παλιόφιλο Pete. Οι Oasis ακυρώνουν αμέσως τη συνεργασία και η ευκαιρία χάνεται.

Το group συνεχίζει έως και σήμερα τη δραστηριότητά του. Στο ενεργητικό του έχει ακόμα δύο δισκογραφικές δουλειές, το EP The Binding (Δεκέμβριος 2006) και το ολοκληρωμένο studio album "Shotter's Nation" (Οκτώβριος του 2007) [τραγούδια από τις δύο αυτές δισκογραφικές δουλειές θα βρείτε στο τέλος του άρθρου]. Αποτελεί μία από τις μπάντες "φετίχ" των Βρετανών, ενώ, ο Doherty έχει περάσει ήδη στην ιστορία ως μία από τις πιο αμφιλεγόμενες, πιο πολυσυζητημένες και πιο προβεβλημένες προσωπικότητες της σύγχρονης μουσικής ιστορίας της Μ. Βρετανίας. Ο ίδιος ποτέ δεν κατάφερε, παρά τις πολυάριθμες προσπάθειές του, να αποτραβηχτεί από τη χρήση των ναρκωτικών και μέχρι και σήμερα συνεχίζει να είναι εξαρτημένος από παραπάνω από μία ουσίες.

Ο δημιουργικός
Carl Barât. Είναι ο Mr. Dirty Pretty Things. O Carl μαζί με τον Didz Hammond (θα τον θυμάστε ως το πρόσωπο που έσπευσε να αντικαταστήσει στα φωνητικά τον Doherty κατά τη διάρκεια της περιοδείας των Libertines στην Ευρώπη) και τον Gary Powel (τον drummer των Libertines) ξεκινάν ένα νέο group, τους Dirty Pretty Things.
Η πρώτη δισκογραφική δουλειά της μπάντας στέφεται με επιτυχία, μια και το Waterloo to anywhere (Μάιος 2006) φτάνει στο #3 των Βρετανικών album charts. Ο ήχος του δίσκου είναι, κατά την άποψή μας, καταπληκτικός! Ο Carl και η παρέα του, απαλλαγμένοι από τον βαθύ, ποιητικό - λόγιο ήχο του Doherty, συνθέτουν ένα πιο ελεύθερο, πιο γκαζιάρικο και πιο ροκ δίσκο.


Τραγούδια από τον δίσκο

Η δεύτερη δισκογραφική απόπειρα της μπάντας πραγματοποιείται τον Ιούνιο του 2008 με τίτλο "Romance at short notice". Με το δίσκο αυτό οι Dirty Pretty Things απογοήτευσαν οπαδούς και κριτικούς αλλά και τους ίδιους τους τους εαυτούς. Ο δίσκος δεν έχει καμία σχέση με το εκρηκτικό Waterloo to anywhere, η μπάντα δείχνει να μην έχει λόγο υπόστασης και με μία λυτή ανακοίνωση στις 1 Οκτωβρίου του 2008 ανακοινώνει την διάλυσή της, η οποία θα πραγματοποιούνταν με το τέλος της προγραμματισμένης περιοδείας της στα πάτρια εδάφη.

Τα υπόλοιπα μέλη
Οι Libertines αλλά και οι Babyshambles δεν ήταν μόνο οι δύο πρωταγωνιστές (Carl & Pete). Οι μουσικοί που κόσμησαν τα δύο group, κατά καιρούς, μόνο τυχαίοι δεν ήταν. Ονόματα όπως David Byrne, Brian Eno, Corrine Bailey Rae, Herbie Hancock και Eddy Grand είναι μόνο μερικά από τα ονόματα που θα βρει κανείς σκαλίζοντας τα βιογραφικά των μουσικών που συμμετείχαν στα 2 group.


Το υπόλοιπο soundrack της ιστορίας

Kasabian - West Ryder Pauper Lunatic Asylum

Καλλιτέχνης: Kasabian
Δίσκος: West Ryder Pauper Lunatic Asylum
Έτος: 2009
Είδος: indie rock
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: M. Βρετανία (Λέστερ)
Label: RCA / Columbia


Track listing
1. Underdog (live)
2. Where Did All the Love Go? (live)
3. Swarfiga (live)
4. Fast Fuse (live)
5. Take Aim
6. Thick as Thieves
7. West Ryder Silver Bullet
8. Vlad the Impaler (video) (live)
9. Ladies & Gentlemen, Roll the Dice
10. Secret Alphabets
11. Fire (video)
12. Happiness

Οι Kasabian δεν είναι, φυσικά, ένα νέο ή ένα άγνωστο group. Ευρύτερα γνωστοί έγιναν από τον πρώτο τους, κιόλας, ομώνυμο, δίσκο (2005), όπου η νεοεμφανιζόμενη, τότε, μπάντα καμάρωσε την πρώτη της δισκογραφική απόπειρα να σκαρφαλώνει στο #4 των βρετανικών Album Chart!. Και όχι άδικα...
Τραγούδια όπως το Club Foot, το Reason is treason, LSF & ID σίγουρα δεν γράφονται κάθε μέρα, ακόμα και από τους Kasabian.



Τον Ιούλιο του 2006 η μπάντα επιστρέφει με το δεύτερο studio album της "Empire". Ένας δεύτερος δίσκος που έμελλε όχι μόνο να συνεχίσει αλλά να διευρύνει την επιτυχία της μπάντας, ουσιαστικά, καθιερώνοντάς την. #1 στα Βρετανικά Album Chart (!), σταθερά καλός, μα κυρίως ξεχωριστός, ήχος.

Φτάνοντας στο σήμερα, οι Kasabian μας παρουσιάζουν το τρίτο κατά σειρά ολοκληρωμένο studio album τους με τον (πράγματι) τεράστιο τίτλο "West Ryder Pauper Lunatic Asylum". Η επίσημη ημερομηνία διάθεσης του LP ήταν 5 Ιουνίου 2009.
Ένας δίσκος ο οποίος, λόγω της επιτυχίας της μπάντας, φέρει ένα αρκετά βαρύ φορτίο. Και αυτό γιατί, οι εδραιωμένοι πλέον Kasabian, δεν είναι η μπάντα που παλεύει να ξεχωρίσει ανάμεσα στη θάλασσα των indie rock συγκροτημάτων αλλά μία μπάντα που έχει δημιουργήσει θόρυβο (οπαδούς, εχθρούς, υποστηρικτές και κατακριτές) και οι προσδοκίες είναι πλέον πολύ αυξημένες.


Τις εκπλήρωσαν?
Η αλήθεια είναι ότι οι Kasabian, κατά την άποψή μας, με το τρίτο αυτό album, χάσανε την ευκαιρία τους να γιγαντωθούν. Επικοινωνιακά, ο δίσκος έρχεται στην κυκλοφορία την ίδια ακριβώς ημερομηνία με το "Battle for the sun" των "πολύ" Placebo. Ένα δίσκο (Battle for the sun) ο οποίος δεν είναι ολοκληρωτικός, δεν είναι αδιαφιλονίκητος όπως άλλες κυκλοφορίες των Placebo, αλλά αντιθέτως αφήνει τεράστια περιθώρια αμφισβήτησης και επισκίασης από τους "δελφίνους" Kasabian. Το παιχνίδι χάθηκε!

Και χάθηκε γιατί, όπως και στο ποδόσφαιρο, οι Kasabian "παίξανε" σαν μικρή ομάδα απέναντι στην "μεγάλη ομάδα" - Placebo με κάποιο είδος "κομπλεξισμού". Με καλύτερες ιδέες, με πιο "αληθινές" συνθέσεις με πολύ διαφορετικό ήχο χάνουν το παιχνίδι και το χάνουν στην παραγωγή. Μία παραγωγή η οποία δεν "ολοκλήρωσε" τον ήχο αλλά αφήνει τον ακροατή λίγο μουδιασμένο όταν από το 9ο track και μετά αρχίζει να αναρωτιέται αν εξακολουθεί να ακούει τον ίδιο δίσκο! Το μόνο πράγμα που επιβεβαιώνει τον ακροατή ότι δεν άλλαξε, εν αγνοία του, κάποιος το cd αλλά εξακολουθεί να ακούει το West Ryder Pauper Lunatic Asylum είναι αυτές (οι μοναδικές) ψυχεδελικές, ανατολίτικες πινελιές, σήμα κατατεθέν των Kasabian, που τους χαρακτηρίζουν αλλά και τους καθιέρωσαν. Λίγο αργότερα (track 11) μπαίνει το "Fire" να τον καθησυχάσει έχοντας, όμως, ακριβώς τον ίδιο ήχο και ταμπεραμέντο με τραγούδια του πρώτου τους ακόμα δίσκου (2005!).


Και εκεί ερχόμαστε και λέμε. Που είναι οι καινούριες ιδέες κύριε παραγωγέ? Που είναι η πρόταση ή έστω η μετεξέλιξη της γνωστής "Kasabian" συνταγής? Γιατί ένα φαγητό που είναι φτιαγμένο με τα καλύτερα υλικά που μπορούν να βρεθούν αυτή τη στιγμή παγκοσμίως είναι, τελικά, απλά "καλό"? Γιατί αυτές οι λατρεμένες ψυχεδελικές - ανατολίτικες - ροκ συνθέσεις δεν κατάφεραν να βρουν μία "ομπρέλα" κάτω από την οποία θα συνθέσουν έναν απόλυτα δεμένο δίσκο?


Αξίζει να ασχοληθώ?
Παρά την αρκετά αιχμηρή κριτική μας, θα ολοκληρώσουμε τονίζοντας ότι οι Kasabian είναι (με καλό ή μη παραγωγό) η πιο rock μπάντα από όλες αυτές που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή στο διεθνές indie κουρμπέτι. Έχουν εμπνεύσεις, είναι μπάντα που θα πλήρωνε κανείς πολύ ακριβά να δει ζωντανά και η οποία έχει απίστευτες προοπτικές στο να περάσει στην ιστορία ως μία από τις κορυφαίες της εποχής της.
Αυτός ο δίσκος έχει να δώσει αρκετά τραγούδια για να γουστάρει ή και να χορέψει κανείς. Σίγουρα αξίζει να ασχοληθεί κανείς μαζί του αλλά και να το αγοράσει. Πεισματικά, όμως, επειδή θεωρούμε τους Kasabian μπάντα κορυφής και πιστεύουμε ότι μπορούμε να τους δούμε εκεί, τελικά τον δίσκο θα τον βαθμολογήσουμε με, μόλις, 3,7 στα 5 και αυτό γιατί δεν καταφέρνει να εκπληρώσει αυτή μας την προσδοκία!

Τραγούδια από τον δίσκο



Athlete - Vehicles and animalls

Καλλιτέχνης: Athlete
Δίσκος: Vehicles and animals
Έτος: 2003
Είδος: indie rock

Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη:Μ. Βρετανία
Label: Parlophone


Track listing
1. El Salvador (video)
2. Westside (video)
3. One Million
4. Shake Those Windows
5. Beautiful (video)
6. New Project
7. You Got The Style (video) (live)
8. Vehicles & Animals
9. Out of Nowhere
10. Dungeness
11. You Know
12. Le Casio

Με ένα τίτλο: δίσκος για σπίτι
Είναι καθαρός, δεν κάνει αλητείες και βρομιές, έχει την πλάκα του αλλά είναι και βαθύς και καλλιεργημένος. Δεν μοιάζει με κάτι άλλο, έχει μέσα του ρομαντισμό αλλά σου φτιάχνει και το κέφι. Είναι με τρεις λέξεις δίσκος για σπίτι.



Ταυτότητα στον ήχο
Το πιο σημαντικό προτέρημα αυτού του δίσκου είναι η απλότητά του. Ο ήχος των Athlete, σε αυτό τον πρώτο (απίστευτα ώριμο) δίσκο τους είναι τόσο απλός που καταντά κυνικός. Η ίδια διαπίστωση ισχύει και στις δύο επόμενες δουλειές της μπάντας [Tourist (2005) και Beyond the Neighborhood (2007)] και αποτελεί, γενικότερο, χαρακτηριστικό της.

Απλότητα και διαχρονικότητα
Έχετε σκεφτεί ποτέ τι είναι αυτό που καθορίζει την χρονική ταυτότητα ενός μουσικού κομματιού; Τι είναι αυτό που κάνει ένα τραγούδι ντεμοντέ και παρωχημένο ή, αντίθετα, τι είναι αυτό που το καθιστά διαχρονικό;
Μία πρώτη, εύκολη, απάντηση είναι η ποιότητα στη σύνθεση, την εκτέλεση και την ερμηνεία. Όντως, τα τρία αυτά στοιχεία είναι απαραίτητα για να μπορέσει ένα κομμάτι να κερδίσει τον χρόνο. Παρ' όλα αυτά δεν είναι λίγα τα παραδείγματα τραγουδιών που ενώ πληρούν αυτή τη θεμελιώδη συνθήκη δεν κατάφεραν να κερδίσουν αυτό το στοίχημα. Και αυτό γιατί υπάρχει ένας παράγοντας που δεν ακολούθησε τα υψηλά στάνταρ των τριών άλλων στοιχείων: η παραγωγή.
Σήμερα, είναι εύκολο για έναν παραγωγό να μπολιάσει ένα τραγούδι με όλα τα "trends" και τις μόδες που επικρατούν στο δισκογραφικό κουρμπέτι κάθε μουσικού στιλ. Αν, για παράδειγμα, η ροκ μόδα επιτάσσει βαριά, βρώμικα μπάσα, έντονα ηλεκτρονικά στοιχεία ή παραμορφωμένα φωνητικά είναι εύκολο για έναν καλό παραγωγό να τα ενσωματώσει μέσα στον δίσκο.
Με τον τρόπο αυτό, το τραγούδι ή ο δίσκος αποκτά χρονική ταυτότητα, μέσα στο ίδιο του το DNA. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι αυτό που μας κάνει να αναγνωρίζουμε, όταν ακούμε ένα τραγούδι, αν είναι παλιό ή καινούριο.

"'ό,τι χάνεις σε δύναμη το κερδίζεις σε ταχύτητα"
Όσο πιο εμπορικά ελκυστικό γίνεται ένα τραγούδι από τις παρεμβάσεις ενός παραγωγού τόσο πιο έντονα θα το καθορίζει η χρονική του υπόσταση και τόσο πιο εύκολα, κάποια στιγμή, θα βρεθεί στο ράφι με τα σκονισμένα παλιά μας cd. Είναι πολύ λίγες οι μπάντες οι οποίες αψήφισαν την μόδα και εμμένοντας στο προσωπικό τους γούστο παρήγαγαν δίσκους οι οποίοι δύσκολα φανερώνουν την ηλικία τους, διατήρησαν την ταυτότητα και το στιλ τους και ποτέ δεν χάσανε τη θέση τους ανάμεσα στα καινούρια, γυαλισμένα δισκάκια μας.
Το Vehicles and animals είναι ένας δίσκος για τον οποίο έγινε προσπάθεια (ηθελημένα ή όχι δεν μπορώ να γνωρίζω) να καταταγεί σε αυτή τη συνομοταξία και έως ένα σημείο το καταφέρνει. Αυτό είναι ένα, πράγματι, πολύ σπουδαίο επίτευγμα για μία άγνωστη, pop-ίζουσα, indie rock μπάντα όπως οι Athlete. Το όπλο σε αυτό το επίτευγμα, τι άλλο... η απλότητα!

Τι στιλ; Είναι pop; Εγώ δεν ακούω pop!
Πολλοί έχουν χαρακτηρίσει το Vehicles and animals ως "ραδιοφωνικό" ή και "pop" δίσκο. Όντως, τα τραγούδια είναι 100% ραδιοφωνικά και αυτό λόγω της μελωδικότητας και της απλότητάς τους.
Ο pop χαρακτηρισμός του δίσκου είναι κάτι για το οποίο έχει γίνει πολύ κουβέντα.
Προσωπικά δεν θα πάρω θέση και αυτό γιατί δεν νομίζω ότι έχει καμία ιδιαίτερη σημασία. Σημασία έχει ότι το Vehicles and animals είναι ένας δίσκος που προκάλεσε κουβέντες και διαφωνίες για το στιλ του, γεγονός που καταδεικνύει την αδυναμία κατάταξής του σε κάποιο από τα τρέχοντα μουσικά στιλ και αποδεικνύει την ιδιαιτερότητά του.

12 στα 12
Ολοκληρώνοντας, αξίζει να αναφέρουμε το γεγονός ότι το Vehicles and animals είναι ένας δίσκος απόλυτα ολοκληρωμένος. Κάθε ένα από τα 12 tracks του cd έχει τον χαρακτήρα του και έχει κάτι να πει. Κανένα δεν θα κουράσει, κανένα δεν μπήκε επειδή έπρεπε να "μαζευτούν τα λεπτά" και κανένα δεν μοιάζει παρείσακτο. Το καρδιογράφημα του δίσκου, από την ώρα που θα μπει στο cd μέχρι το τέλος του, είναι ομαλό και υγιέστατο. Δεν είναι τυχαίο ότι 3 από τα 12 τραγούδια του δίσκου μπήκαν στα Βρετανικά charts:
You got the style #37 UK singles chart
El Salvador #31 UK singles chart
Westside #42 UK singles chart

Τραγούδια από τον δίσκο



Η πληροφορία
Στις 10 Αυγούστου του τρέχοντος έτους (2009) οι Athlete επανέρχονται με τον τέταρτο κατά σειρά δίσκο τους Black Swan.

Καλή ακρόαση!

Burn the negative - In the atmosphere

Καλλιτέχνης: Burn the negative
Δίσκος: In the atmosphere
Έτος: 2009
Είδος: electro pop / new wave

Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη:Μ. Βρετανία
Label: Gung-ho recordings

 
  

Track listing
1. Life In Hansa
2. Lights
3. Low
4. Camden
5. Wonder Why (video)
6. Hero In Tokyo
7. Only For Tonight
8. You Control Me (video)
9. Travelogue
10. Change
11. She Said She Said
12. Time
13. Secret Garden

Είναι ένας από τους δίσκους - αποκάλυψη του 2009. Και αυτό γιατί προέρχεται από μία ολοκαίνουρια (πρωτοεμφανιζόμενη) μπάντα, τόπος προέλευσής της οποίας είναι το Carlisle της Βρετανίας.



Ο ήχος του δίσκου θυμίζει πάρα πολλά πράγματα αλλά ταυτόχρονα δεν ταυτίζεται με τίποτα, έχοντας το δική του ταυτότητα. Ηλεκτρονικός κατά βάση, με πολύ ευδιάθετα και up-lifting μπιτάκια, χωρίς να καταντάει ούτε δευτερόλεπτο αυτιστικός ή και χαζοχαρούμενος όπως πολλά παρόμοια project. Δεν θα ακούσετε, δηλαδή, πουθενά και σε κανένα τραγούδι επαναλαμβανόμενες λούπες, κονσερβοποιημένα φωνητικά και γενικώς όλα αυτά τα συστατικά που καθιστούν κάθε ολιγόλεπτο άκουσμα μη-τραγούδι.

Αντίθετα, ο δίσκος είναι γεμάτος ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ με πολύ ενδιαφέρον στοίχο, με όμορφες και μεστές συνθέσεις, τραγουδισμένα από την πολύ ξεκούραστη φωνή του Mark Baker. Η κιθάρα δεν απουσιάζει σχεδόν πουθενά, ενώ στα περισσότερα από τα τραγούδια, αυτή είναι το όργανο που "χρωματίζει" συναισθηματικά τα πολύ δροσερά ηλεκτρονικά κρουστά.

Γενικώς, λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με έναν πολύ δροσερό, καλοκαιρινό, αλλά ταυτόχρονα, και με έναν αρκετά συναισθηματικό και μελωδικό δίσκο. Όπως τα περισσότερα από τα δισκάκια που παρουσιάζουμε σε αυτό το blog, έτσι και το in the atmosphere είναι ένα δισκάκι που ακούγεται ΟΛΟΚΛΗΡΟ χωρίς να παρουσιάζει κοιλιά, αποτελεί ολοκληρωμένο project και ακούγεται οποιαδήποτε ώρα της ημέρας το ίδιο ευχάριστα (αν όχι απολαυστικά).

Όχι απλά το προτείνω αλλά το θεωρώ μία από τις καλύτερες κυκλοφορίες για όλο το (μέχρι στιγμής) 2009.

Καλή ακρόαση!

Ladyhawke - Ladyhawke

Καλλιτέχνης: Ladyhawke
Δίσκος: Ladyhawke
Έτος: 2008
Είδος: electro pop
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Νέα Ζηλανδία
Label: Universal-Island Records Ltd. 

 
  

Track listing
1 Magic
2 Manipulating Woman        
3 My Delirium        
4 Better Than Sunday    
5 Another Runaway    
6 Love Don't Live Here
7 Back of the Van (video)
8 Paris Is Burning (video)
9 Professional Suicide
10 Dusk Til Dawn (video)
11 Oh My    
12 Crazy World        
13 Morning Dreams


Εδώ μιλάμε για pop. Καθαρό, πεντακάθαρο pop. Η μικρή (γεννημένη το 1981), Νεοζηλανδή Pip Browne κλοτσάει την πόρτα της δισκογραφίας, μπαίνει στο σαλόνι και στρογγυλοκάθεται, με άνεση, στην πολυθρόνα, δίπλα στο τζάκι.





Και πως να μην το κάνει όταν διαθέτει, εκτός από μία πάρα πολύ καλή, φρέσκια και χρωματιστή φωνή, πλούσια μουσική παιδεία και αναμφισβήτητο ταλέντο στη σύνθεση και τη στιχουργία! Χαρακτηριστικό δείγμα όλων των παραπάνω αποτελεί το τραγούδι του δίσκου "Back of the van". Στο τραγούδι αυτό, το οποίο αποτελεί δική της σύνθεση, η Pip παίζει τα ντραμς, την κιθάρα και τα synth που ηχογραφήθηκαν!

Οι λάτρεις των 80's θα "ξανανιώσουν", στην κυριολεξία ακούγοντας πολύ οικείους και αγαπημένους ήχους, καλοβαλμένους, σε ένα δίσκο που, παρά την έντονη επιρροή από τη δεκαετία του 80, καταφέρνει να μυρίζει "καινούριος" από χιλιόμετρο!
Αυτό το χρωστάει απόλυτα στην φωνή και τη σύγχρονη μουσική ταυτότητα της Pip και, οπωσδήποτε, στον παραγωγό που κατάφερε να δέσει τέλεια τον ήχο του 80 με τις σύγχρονες electro-pop τάσεις.

Τίποτα απ' όλα αυτά δεν θα είχε σημασία, όμως, αν η "πρώτη ύλη" δεν ήταν αυτού του εξαιρετικού επιπέδου. Όλα τα τραγούδια του δίσκου είναι καλά, συνδυάζοντας τον δυνατό, ρομαντικό στοίχο με τις, ταυτόχρονα, μελαγχολικές και ανέμελες pop μελωδίες. 2-3 τραγούδια ξεχωρίζουν, ξεφεύγουν από το έδαφος και απογειώνονται στη σφαίρα των (σπάνιων) τραγουδιών που μπορούν να γεννήσουν συναισθήματα.

Αν, λοιπόν, η μελωδία είναι ένας δρόμος που θα ακολουθήσεις, με συνοδηγό σου τον στίχο, μετά από όλα τα σκαμπανεβάσματα, τα φωτεινά και σκοτεινά σημεία, τις στροφές και τις ευθείες, η μουσική θα τελειώσει και μπροστά σου θα ανοίγεται ο υπέροχος προορισμός σου: Ο ρομαντικός κόσμος μιας απίστευτα χαρισματικής, 27χρονης, κοπέλας.

Καλή ακρόαση


Τραγούδια από το δίσκο:


The Ting Tings - We started nothing

Καλλιτέχνης: The Ting Tings
Δίσκος: We started nothing
Έτος: 2008
Είδος: electro pop
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Αγγλία (Manchester)
Label: Columbia





 
 




Track listing:

1. "Great DJ" (video)
2. "That's Not My Name" (video)
3. "Fruit Machine"
4. "Traffic Light"
5. "Shut Up and Let Me Go" (video)
6. "Keep Your Head"
7. "Be the One" (video)
8. "We Walk"
9. "Impacilla Carpisung" 
10."We Started Nothing"

Απλά υπέροχος 
Δεν είναι πολλά αυτά που χρειάζεται να πούμε για να παρουσιάσουμε αυτό το δίσκο. Είναι, απλά, υπέροχος.
Υπέροχος γιατί μπορείς να τον χορέψεις, αλλά και γιατί μπορείς απλά να αράξεις και να τον ακούσεις.
Υπέροχος γιατί μπορεί να συνοδεύσει τον καφέ σου, σε χαμηλή ένταση, ένα εύκολο πρωινό. Υπέροχο, όμως, και γιατί μπορεί να μετατρέψει όλη σου την υπερένταση, βράδυ Παρασκευής μιας δύσκολης εβδομάδας, σε απίστευτη έκρηξη θετικής ενέργειας.
Υπέροχος γιατί είναι pop, αλλά και γιατί έχει ιδιαίτερο, δικό του ήχο, που ξεφεύγει από τις περπατημένες "mainstream", κονσερβοποιημένες, παστεριωμένες - ομογενοποιημένες φόρμες.



"Κελεπούρι"
Πρόκειται για μία, πράγματι, ενδιαφέρουσα και, κατά την άποψή μας, επιτυχημένη ακροβασία ανάμεσα στον εμπορικό, εύκολο, pop ήχο και τον εναλλακτικό, "αλήτικο" "indie pop" ήχο, που μας θύμισε, λίγο, Cansei de ser sexy.
Αποτελεί, τον πρώτο, μόλις, ολοκληρωμένο δίσκο του μουσικού ζεύγους από την Αγγλία (από που αλλού?...). Το γεγονός αυτό δίνει στην μπάντα, αναμφίβολα, τον τίτλο "εμπορικό κελεπούρι" και σίγουρα θα πλησιαστεί από πολύ κόσμο που δραστηριοποιείται στη μουσική βιομηχανία. Έχοντας, ήδη, συμβόλαιο με την "πολύ" Columbia, οι μουσικοί, pop ακροβάτες Katie White και Jules De Martino καλούνται να κάνουν το "ακατόρθωτο". Να συνεχίσουν να ακροβατούν χωρίς να "ρίξουν" ούτε την εμπορική ούτε την εναλλακτική πλευρά τους.
Άραγε πόσοι καλλιτέχνες κατάφεραν να το κάνουν αυτό? Και αν κάποιοι, δεχτούμε ότι το κατάφεραν, πόσοι από τους καταφερτζήδες μπόρεσαν να παράγουν ταυτόχρονα εμπορική και εναλλακτική μουσική σε μεγάλο βάθος χρόνου με σταθερή ποιότητα?
Δυστυχώς τα παραδείγματα του παρελθόντος είναι μάλλον αποθαρρυντικά. Συνήθως αυτό που μένει, ως "διαμάντι", σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ο πρώτος, ο "αγνός" δίσκος. Ο πρώτος δίσκος που, αν και συνήθως είναι ο πιο ακατέργαστος, εσωκλείνει όλη τη φρεσκάδα και το "concept" της μπάντας.

Ολοκληρώνοντας
Ολοκληρώνοντας, σήμερα προτείνουμε έναν δίσκο ο οποίος μπορεί από κάποιους να περάσει απαρατήρητος, μπορεί σε κάποιους απλά να μην αρέσει, άλλοι μπορεί και να σιχαθούν. Είναι όμως και ένας δίσκους που μπορεί να αγαπηθεί. Σπάνιο ε? Δοκιμάστε το!

Τραγούδια από τον δίσκο:


Foals - Antidotes

Αντί προλόγου: 
Τελικά να χρησιμοποιούμε τον όρο "indie"? 
Ο "trendy" όρος "indie", λόγω της γενικότητάς του, δεν είναι σε καμία περίπτωση ικανός να περιγράψει, πόσο μάλιστα να ταυτοποιήσει, μουσικά τον ήχο, το ρυθμό και το στυλ ενός κομματιού ή μιας μπάντας. Άλλωστε, αν ανατρέξει κανείς στην ετοιμολογία του όρου (independent), θα διαπιστώσει ότι όλα τα μουσικά σχήματα που ηχογραφούν σε ανεξάρτητες εταιρίες τιτλοφορούνται ως indie.
Τα σημεία των καιρών. Είναι, πράγματι, παράξενο ότι ένα μουσικό στυλ βαφτίζεται με κριτήριο την εταιρία που ηχογραφείται. Στην πραγματικότητα βαφτίζεται μέσα από το οικονομικό και εμπορικό πρίσμα. Ο συνειρμός απλός:
Ηχογραφώ σε ανεξάρτητη εταιρία -> άρα έχω δεν έχω την εμπορική (κατα)πίεση -> άρα εκφράζομαι ελεύθερα -> άρα παράγω ανεξάρτητη (indie) μουσική.
Πόσο πιο πολύ να φωνάζει, από μόνο του, το γεγονός αυτό ότι η μουσική δημιουργία ασφυκτιά υπό το καθεστώς των εταιριών?
Φτάνουμε στο "indie rock". Μετά την αποκαθήλωση της κραταιάς, και αρκετά ομογενούς, brit pop, οι τάσεις της rock σκηνής, όπως καθορίστηκαν και καθορίζονται από το νησί (Αγγλία) είναι πάρα πολλές.



Indie rock είναι οι Placebo είναι και οι New Young Pony Club και από τους Subways πηγαίνουμε στους Cut Copy... Η απόσταση μεταξύ αυτών των συγκροτημάτων είναι χαώδης. Θα μπορούσε, κανείς, να πει ότι ανάμεσα στον ήχο και το στυλ τους μεσολαβούν παραπάνω από ένα ήδη μουσικής.
Μία πιο προσεκτική προσέγγιση μπορεί να γίνει μέσα από τα sub-genres (υπο-κατηγορίες), τα οποία είναι πολλά και, κατά κάποιο τρόπο, προσπαθούν, τις περισσότερες φορές ανεπιτυχώς, να ταξινομήσουν τις μπάντες. Και χρησιμοποιώ τη λέξη "ανεπιτυχώς" διότι η ελευθερία της σκηνής είναι τόσο μεγάλη που από μπάντα σε μπάντα το στυλ αλλάζει έντονα.
Που να ταξινομήσεις τους Kasabian? Η σωστή ερώτηση είναι που να ταξινομήσεις κάθε ένα τραγούδι ξεχωριστά των Kasabian?...
Όντως, δηλαδή, να που, τελικά, το κοινό χαρακτηριστικό της σκηνής και το σημείο αναφοράς είναι η ελευθερία και η ανεξαρτησία στον ήχο. Αυτή η διαπίστωση μας οδηγεί στο να υιοθετούμε τον, γενικότατο, όρο "indie" και τον αποδεχόμαστε ως μουσικό προσδιορισμό.
Σήμερα, λοιπόν, θα δούμε μια μπάντα η οποία είναι:
indie rock, math rock, dance-punk... Όλα αυτά μαζί... Παρεμπιπτόντως "math rock" ονομάζεται το είδος εκείνο του rock του οποίου οι ρυθμοί κυλούν και εναλλάσσονται με σύνθετες (σχεδόν "μαθηματικές") λογικές που ξεφεύγουν από τα κλασικά 4/4. Αν έπρεπε να δώσω εγώ μία ταμπέλα, για το συγκρότημα που θα παρουσιάσουμε, αυτή θα ήταν "Rapture-like". Νομίζω ότι αυτό τα λέει όλα.

Καλλιτέχνης: Foals
Δίσκος: Antidotes
Έτος: 2008
Είδος: indie rock / math rock / dance-punk
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Αγγλία
Label: Transgressive Records








Track listing
   1. "The French Open" – 3:46
   2. "Cassius" – 3:50 (video)
   3. "Red Socks Pugie" – 5:09 (video)
   4. "Olympic Airways" – 4:19 (video)
   5. "Electric Bloom" – 4:55
   6. "Balloons" – 3:01 (video)
   7. "Heavy Water" – 4:32
   8. "Two Steps, Twice" – 4:39
   9. "Big Big Love (Fig. 2)" – 5:47
  10. "Like Swimming" – 1:58
  11. "Tron" – 4:48

Δεν είναι κρυφή η ιδιαίτερη αγάπη που έχει το blog στο συγκεκριμένο στυλ που υπηρετούν και οι Foals. Ήχος που ξεκινάει με αναφορά το σύγχρονο rock και ντύνεται με pop, 80's, funk, πνευστά και ηλεκτρονικούς ήχους. Το μείγμα είναι, ήδη, αρκετά δοκιμασμένο (βλέπε Rapture, Poni Hoax, LCD Soundsystem κ.α.) και το αποτέλεσμα, όπως πάντα, ιδιαίτερα ελκυστικό.
Η διάθεση του δίσκου είναι ανέμελη και σε πολλές περιπτώσεις ιδιαίτερα χορευτική.  Ο ακροατής θα έρθει σε επαφή τόσο με γνώριμους και οικείους ήχους όσο, όμως, και με σύνθετους (μαθηματικούς) ρυθμούς που, μάλλον, θέλουν το χρόνο τους για να "κάτσουν".
Τα φωνητικά είναι καλά αλλά μέχρι εκεί... Δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουμε να κάνουμε με κάτι ξεχωριστό, όπως και δεν μπορούμε να πούμε ότι ο τραγουδιστής αποτελεί το δυνατό σημείο της μπάντας. Απλά καλός, με χροιά που θυμίζει Rapture και προσομοιάζει Smiths δεν θα κουράσει αλλά δεν θα ενθουσιάσει κιόλας.
Και φτάνουμε στην παραγωγή... Και μόνο το όνομα της δισκογραφικής εταιρίας λέει πολλά. Ανάμεσα στην ατελείωτη λίστα αγαπημένων καλλιτεχνών που έχουν κοσμήσει το studio της Transgressive Records  (αναφορικά The Subways, Regina Spektor, The Shins), και ο "δικός μας" Γιάννης Φιλλιπάκης (κιθαρίστας - τραγουδιστής της μπάντας) με την παρέα του. Μάλιστα! Έλληνας.
Ένας Έλληνας που ξεκίνησε σπουδές στην Οξφόρδη (που είναι και η γενέτηρα της μπάντας) και στον πρώτο, κιόλας, χρόνο παρατάει τα πάντα και ασχολείται (ευτυχώς για όλους) με τη μουσική. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, και το τραγούδι "Olympic Airways" που μιλάει "με τα καλύτερα λόγια" για τον εθνικό μας αερομεταφορέα...

Τραγούδια από τον δίσκο



Ολοκληρώνοντας, αξίζει να ακούσει κανείς τον δίσκο. Μία από τις καλές προτάσεις για το 2008.

Καλή ακρόαση!

Shout out louds - Our Ill Wills

Καλλιτέχνης: Shout out louds
Δίσκος: Our Ill Wills
Έτος: 2007
Είδος: indie rock / pop
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Σουηδία
Label: Haldern Pop Recordings





Track listing
   1. "Tonight I Have to Leave It" – 3:33 (live) (video clip)
   2. "Your Parents Livingroom" – 3:51
   3. "You Are Dreaming" – 3:29
   4. "Suit Yourself" – 2:57
   5. "Blue Headlights" – 4:07
   6. "Impossible" – 6:48 (video clip)
   7. "Normandie" – 3:22
   8. "South America" – 5:01
   9. "Ill Wills" – 1:49
  10. "Time Left for Love" – 3:15
  11. "Meat Is Murder" – 2:14
  12. "Hard Rain" – 7:26


Είναι πολλές φορές που έχω αναρωτηθεί, είτε παίζοντας μουσική σε κάποιο μαγαζί, είτε ακούγοντας μουσική σε κάποιο μπαράκι, άραγε αν υπάρχει κάτι το οποίο μπορεί να ακολουθήσει αρμονικά ένα τραγούδι των Cure χωρίς να καταστρέψει τη διάθεση του.
Η απάντηση είναι ναι. Υπάρχει. Το "Normandie" και το "Hard Rain" αποτελούν τα δύο πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ενός έντονα επηρεασμένου από τους Cure δίσκου και, πιθανόν όχι τυχαία, τα δύο πιο αγαπημένα μου από αυτόν.



Το ύφος του δίσκου είναι σε άλλα τραγούδια πιο pop, σε άλλα πιο rock, με τα γυναικεία και τα ανδρικά φωνητικά να διαδέχονται αρμονικά το ένα το άλλο. 
Το "hit" του cd είναι αναμφίβολα το "Impossible", το οποίο παίχτηκε αρκετά στα ραδιόφωνα (τίποτα δεν ξεφεύγει από τον Κομνηνό...). 
Ένα τελευταίο σημείο το οποίο αξίζει να αναφέρουμε είναι η παραγωγή του δίσκου. Ο ήχος είναι πεντακάθαρος, οι ενορχηστρώσεις καλοδουλεμένες και η ατμόσφαιρα του δίσκου πολύ συμπαγής και συγκεκριμένη. 
Μπείτε στον κόπο να το αναζητήσετε. Αξίζει.


Τραγούδια από τον δίσκο





Entheogenic - Flight of the Urubus

Καλλιτέχνης: Entheogenic
Δίσκος: Flight of the Urubus (listen at last-fm)
Έτος: 2008
Είδος: ambient
Χώρα προέλευσης καλλιτέχνη: Αυστρία, Αγγλία
Label: Universal Symbiosis Records



 

Tracklisting:
1 Skullcap (6:36)
2 Trara (5:23)
3 Araras (5:23)
4 Entheogen Spice (5:19)
5 Microcondian (7:11)
6 Urubus (5:32)
7 Vervain (5:52)
8 Fellowship (6:23) free download
9 Rio Barra (5:21)
10 Itaipava (4:46) free download

Πίσω στο 1999. Ένας Αυστριακός και ένας Άγγλος εργάζονται ως sounds technicians σε studio ηχογραφήσεων, στη Γαλλία. Ο Helmut Glavar και ο Piers Oak-Rhind ενώνουν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν ένα από τα καλύτερα σύγχρονα ambient projects: τους Entheogenic. Ένα σχήμα με πολύ πρωτότυπες ιδέες και προτάσεις, λεπτοδουλεμένο (κεντημένο) ήχο και πολύ ταλέντο στη σύνθεση. 



Το 2002 εκδίδεται ο 1ος τους δίσκος με τον ομώνυμο τίτλο "Entheogenic" στην εταιρία 3dVision. Στη διαδρομή τους προς το σήμερα μεσολαβούν τρεις δίσκοι σε δύο διαφορετικές εταιρίες (C.O.R.N. Records & Chillcode), αρκετά live και συμμετοχή σε (underground κυρίως) συλλογές για να φτάσουμε στον 5ο, κατά σειρά, και πρώτο στην Universal Symbiosis Records, δίσκο τους. Το "Flight of the Urubus" αποτελεί την πιο ώριμη και μεστή δουλειά που μας έχουν παρουσιάσει μέχρι σήμερα. 
Είναι από τα δισκάκια που, αν μπει μια φορά, δύσκολα βγαίνει από το cd player και ακόμα πιο δύσκολα το δάχτυλο θα κουραστεί χτυπώντας το forward. Η αλληλουχία των ήχων και η ροή των κομματιών, συνθέτουν ένα άρρηκτα δεμένο, ομοιογενές και πλήρες σύνολο. Όπως θα πούμε και θα ξαναπούμε πολλές φορές υπάρχουν άπειρα καλά τραγούδια, λίγοι καλοί δίσκοι και ακόμα πιο λίγοι καλοί καλλιτέχνες. Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα καλό δίσκο.
Η πλατφόρμα του ήχου είναι ηλεκτρονική και "τετράγωνη". Πάνω σε αυτή την πλατφόρμα πατάνε και αποδρούν tribal μελωδίες και φωνητικά, trance-ίζοντα θέματα και "παράξενα" φωνητικά samples που προσδίδουν άλλοτε μυστήριο και άλλοτε "κινηματογραφική" ατμόσφαιρα. 
Οι μελωδίες του δίσκου είναι ξεκάθαρες, τονίζονται από ήχους φυσικών οργάνων (κιθάρα, πιάνο) και χρωματίζονται από τις φωνές των, ίδιων, των δύο καλλιτεχνών.
Είναι, αναμφίβολα, ένα από τα καλύτερα πράγματα που άκουσα το 2008 και το συνιστώ ανεπιφύλακτα ως ένα ξεχωριστό κομμάτι για τη συλλογή σας. 
Το δισκάκι μπορεί εύκολα κανείς να το βρει, για αγορά, στο Internet, τόσο στο, γνωστό, Amazon όσο και σε αρκετά άλλα online μαγαζιά.

Τραγούδια από το δίσκο 

Καλή ακρόαση